Η σημερινή συνέντευξη αφορά τον Παντελή Γκάσα. Ο Παντελής είναι ένας νεαρός που ασχολείται επαγγελματικά με την παραδοσιακή μουσική. Στη συζήτηση, μας μιλά για την απόφαση που πήρε να πάει στη Θεσσαλονίκη να σπουδάσει παραδοσιακή μουσική, τις δυσκολίες που υπάρχουν στο συγκεκριμένο είδος, την αντίδραση των γονιών του, και πολλά άλλα. Ευχαριστούμε τον Παντελή και του ευχόμαστε κάθε καλό στη ζωή του αλλά και στην καριέρα του. Καλή ανάγνωση.
Πώς ξεκίνησε η ενασχόληση σου με τη μουσική; Ποιο ήταν το είδος της μουσικής που άρχισες να ασχολείσαι;
Καταρχάς να ξεκινήσω λέγοντας ότι ασχολούμαι με την Παραδοσιακή μουσική, αλλά δεν ασχολούμουν πάντα με αυτή. Εγώ γεννήθηκα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στα Γιάννενα. Έμεινα με την οικογένεια μου εκεί μέχρι τα 5 μου και μετά ήρθαμε στην Κύπρο. Στα Γιάννενα υπάρχει πολύ το κλαρίνο. Η ηπειρώτικη μουσική έχει κέντρο τα Γιάννενα. Μέσα σε όλα που ασχολούνται τα παιδιά εκείνης της ηλικίας, οι γονείς μου με έστειλαν σε μουσική προπαίδεια. Όταν επιστρέψαμε Κύπρο, εγώ ήθελα να το συνεχίσω. Βρήκαν οι γονείς μου έναν καθηγητή και συνεχίζω τα μαθήματα και στα μέσα προς τα τέλη του δημοτικού, ξεκινώ τα μαθήματα πιάνου. Δεν είχα καμιά επαφή με τη παραδοσιακή μουσική, παρά μόνο το μουσικό άκουσμα. Ο τότε καθηγητής μου, Βάσος Ευσταθίου με βάζει πιο στοχευμένα στα μουσικά ακούσματα. Τότε, εγώ άκουα ξένα ροκ τραγούδια, Metallica, Deep Purple Led Zeppelin και ούτω καθεξής. Στο λύκειο, γνωρίζω ένα άτομο ο οποίος είναι συνάδελφος του πατέρα μου ο οποίος έπαιζε λαούτο. Εμένα μου άρεσε πάρα πολύ αυτό το όργανο και ήρθε στο σπίτι για να με βοηθήσει οικειοθελώς. Επίσης εκείνη την περίοδο είχα ενθουσιαστεί με τη φωνή, αλλά τη φωνή σαν όργανο. Ξεκίνησα μόνος μου να μαθαίνω φωνητική αλλά με τη θεωρητική γνώση της μουσικής που είχα μάθει μέχρι τότε και αυτό με εξίταρε πάρα πολύ.
Πώς αποφάσισες να σπουδάσεις μουσική και συγκεκριμένα παραδοσιακή μουσική;
Ο στόχος ήταν για σπουδές κλασσικού πιάνου σε κονσερβατόρια στην Ευρώπη. Πριν την τελευταία εξέταση για το πιάνο λοιπόν, παίρνω τον δάσκαλο μου τηλέφωνο και του λέω «Δάσκαλε δε θα δώσω την εξέταση και θα δώσω εξέταση στο λαούτο και Παγκύπριες για παραδοσιακή μουσική στη Θεσσαλονίκη!» Όλα αυτά μια μέρα πριν την εξέταση του πιάνου.
Πώς αντέδρασαν οι γονείς όταν έμαθαν ότι θέλεις να ασχοληθείς επαγγελματικά με τη μουσική;
Θυμάμαι από πάντα ότι ήθελα να ασχοληθώ με τη μουσική. Οι σύμβουλοι του σχολείου μου με παρότρυναν να ασχοληθώ με κάτι άλλο και να αφήσω τη μουσική ως χόμπι. Η μητέρα μου από την άλλη, όντας γιατρός, μου είπε να ακολουθήσω αυτό που θέλει η καρδιά μου. Οι γονείς μου ήταν πάντα υποστηρικτικοί, ειδικά στον τομέα των σπουδών. Ακόμα και όταν αποφάσισα να αφήσω τις σπουδές κλασσικού πιάνου και να πάω παραδοσιακή μουσική στη Θεσσαλονίκη ήταν δίπλα μου. Να πω επίσης ότι οι συγκεκριμένες σπουδές ήταν η μόνη μου απόφαση. Δεν υπήρχε κάτι άλλο στο μυαλό μου. Προσωπικά να σου πω ότι αν δεν περνούσα, θα ξανά έδινα Παγκύπριες εξετάσεις τον επόμενο χρόνο.
Πώς προέκυψε η σκέψη για να πας στη Θεσσαλονίκη για σπουδές;
Στο λύκειο άρχισα να ασχολούμουν με το ελληνικό ρεπερτόριο. Σπίτι γενικά δεν ακούμε πολύ μουσική. Ο πατέρας μου από τη μια δεν θα κάτσει στο σπίτι να ακούσει μουσική αλλά έχει τα μουσικά του ακούσματα. Η μητέρα μου από την άλλη, είναι λάτρης της ελληνικής μουσικής αλλά και του ελληνικού κινηματογράφου μέχρι σήμερα. Αυτό που θαυμάζω στη μητέρα μου είναι ότι θυμάται όλους τους στίχους των τραγουδιών. Στο λύκειο, πήγα στη μαντολινάτα του δήμου Παραλιμνίου. Ο μαέστρος της μαντολινάτας, ο κ. Μάριος Πογιατζής, ρεπερτοριακά έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πορεία μου. Τραγούδια ελληνικού κινηματογράφου, ελαφρολαϊκό, Μίκης Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Πλέσσας, Ξαρχάκος, και ούτω καθεξής. Αυτό το ρεπερτόριο με ενθουσίασε. Για το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, κινητήρια δύναμη έπαιξε ο Κυριάκος Μαρκουλλής, με τον οποίο είμαστε φίλοι από παλιά και πήγε στο ΠΑΜΑΚ πριν από μένα και ήταν κατενθουσιασμένος. Του ζήτησα να μου στείλει υλικό για να μπορώ να μάθω περισσότερα πράγματα και μου τα έστελνε και τον ευχαριστώ από καρδιάς.
Πώς επέλεξες την παραδοσιακή μουσική και γιατί το λαούτο;
Με την παραδοσιακή μουσική ήταν διάφορες εκφάνσεις, σίγουρα λόγω του λαούτου. Αλλά ακόμα και με το λαούτο που έπαιζα πριν να πάω στη σχολή, δε μπορούσα να το υποστηρίξω γεωγραφικά. Η παραδοσιακή μουσική χωρίζεται σε περιοχές. Υπάρχει παραδοσιακή μουσική της Κύπρου, των νησιών που είναι κυρίως στο αιγαίο πέλαγος, Δωδεκάνησα, Κυκλάδες και ούτω καθεξής. Ακόμα και αυτά έχουν διαχωρισμούς πιο εθνικομουσικολογικούς. Το λαούτο σαν όργανο χωρίζεται σε ρεπερτότια. Το κρητικό, το κυπριακό, το νησιώτικο και το στεριανό, το οποίο το παίζουν στη στερεά Ελλάδα, στις περιοχές της Αιτωλοακαρνανίας. Όλα τα λαούτα κατασκευαστικά είναι παρόμοια και έχουν παρόμοιο κούρδισμα. Είναι όμως διαφορετικά. Το νόημα είναι ότι, για να πεις ότι θα ασχοληθείς με την παραδοσιακή μουσική, πρώτα ακούς. Αρχικά, ίσως σου αρέσει το όργανο που παίζει. Πιάνοντας το λαούτο, έπρεπε να ακούσω και τη μουσική που παίζεται με αυτό, και μου άρεσε πάρα πολύ. Για μένα προτεραιότητα ήταν η φωνή και όλα τα μουσικά όργανα ήρθαν για να δέσουν στη φωνή.
Πότε συνειδητοποίησες ότι αγαπάς την παραδοσιακή μουσική;
Στη σχολή. Ενθουσιαζόμουν από πριν πάρα πολύ με τους παραδοσιακούς τραγουδιστές και τα όργανα, αλλά όταν είσαι πιο μικρός ενθουσιάζεσαι με όλο το πακέτο. Μεγαλώνοντας όμως, θέλεις να παίζεις πιο απλά, και ψάχνεις να βρεις την ουσία ίσως. Αυτό είναι που σε εξιτάρει στην παραδοσιακή μουσική, αυτό που σε κάνει να μείνεις όμως, είναι το πιο ουσιαστικό, το βιωματικό ή το ατόφιο αν θέλεις.
Πώς αντιμετωπίζουν οι Έλληνες τους Κύπριους που ασχολούνται με την παραδοσιακή μουσική; Ένιωσες ποτέ την υποτίμηση;
Κοίτα, στη Λειβαδιά για παράδειγμα, υπάρχει πολύ κλαρίνο. Έχουν τα δικά τους τοπικά τραγούδια που τα παίζουν με συγκεκριμένο τρόπο από τα βάθη των αιώνων. Κάποιος που θα δει κάποιο άλλο άτομο να παίζει τη μουσική της περιοχής του, την οποία έμαθε από τη σχολή του ή από κάπου αλλού, σίγουρα δε θα είναι με τον ίδιο τρόπο και θα παραξενευτεί. Όμως, σίγουρα υποψιάζομαι και ξέρω ότι υπάρχουν περιπτώσεις περίεργες σε κάποιες περιοχές. Προσωπικά δε μου έτυχε κάτι παρόμοιο. Τα παιδιά που γνώρισα από διάφορες περιοχές, ακόμα και σε μειονότητες είναι πολύ εντάξει. Πάντα σε ό,τι ζήτησα βοήθεια είχαν όλη την καλή διάθεση να με βοηθήσουν, συμπεριλαμβανομένου και καθηγητές. Δεν έχω κανένα παράπονο.
Πιστεύεις ότι οι νέοι γνωρίζουν τη μουσική την οποία αντιπροσωπεύεις και ασχολείσαι; Πιστεύεις ότι αυτή η μουσική με την πάροδο του χρόνου θα σβήσει;
Είναι δύσκολη ερώτηση διότι δε μπορώ να μιλήσω εκ μέρους όλης της γενιάς. Κάποτε κάναμε ένα μάθημα στις σπουδές το οποίο λέγεται, “Ζητήματα αισθητικής λαϊκών πολιτισμών”. Όταν λέμε λαϊκός πολιτισμός, εννοούμε ένα γεωγραφικό διαμέρισμα, άσχετα αν είναι σε ίδια χώρα, που να μοιράζεται την ίδια παράδοση μουσικά. Αυτό το μάθημα μας το έκανε ο Μάνος Χαλινοτόπουλος ο οποίος είναι σπουδαίος κλαριντζής. Σε αυτό το μάθημα, κάνεις μια ιστορική αναδρομή στις περιοχές της Ελλάδας για να δεις τι απέγινε η μουσική σε αυτές τις περιοχές. Δηλαδή αυτό που με ρωτάς κι εσύ, πώς αντέδρασαν οι γενιές σ’ αυτή τη μουσική με την πάροδο του χρόνου. Σε ένα τοπικό κέντρο, ή σε ένα τοπικό «κάστρο» αν θέλεις, με την πάροδο του χρόνου, στις πιο μοντέρνες κοινωνίες του σήμερα, τα παραδοσιακά και λαϊκά τραγούδια, ταυτίστηκαν με την Εθνική ταυτότητα. Πλέον δεν ενδιαφερόμαστε για την καλλιτεχνική πλευρά του, αλλά την εθνική του μετάσταση. Αυτό είναι ένα συμπέρασμα που βγαίνει από αυτό το μάθημα, όπου πολλοί ενδεχομένως διαφωνούν, αλλά έμενα με βρίσκει σύμφωνο. Μια γενιά που μεγαλώνει με κάποια ακούσματα, όποια και να είναι αυτά, όσο πιο πολλή πληροφορία υπάρχει, αυτό θα γίνεις εν τέλει. Το «πρόβλημα» στην παραδοσιακή μουσική, είναι στην επιτέλεση. Αν θέλεις να ασχοληθείς με την παραδοσιακή μουσική, δεν αρκεί μόνο να την ακούς και να παίζεις, πρέπει να ξέρεις να φιλτράρεις ως μουσικός και ως ακροατής το ατόφιο, το γνήσιο. Επίσης πιστεύω ότι μεγαλώνοντας επιστρέφεις στις ρίζες σου.
Παραδοσιακή μουσική. Ένα περίπλοκο και δύσκολο κομμάτι για κάποιον που βρίσκεται έξω από αυτή. Θα παρότρυνες ένα νέο να ασχοληθεί με αυτό το είδος μουσικής; Και αν ναι, γιατί;
Καταρχάς, για να ασχοληθείς με την παραδοσιακή μουσική, πρέπει να γνωρίζεις ότι δε θα βγάλεις πολλά λεφτά. Μπορεί και να βγάλεις, αλλά επιλέγεις κάτι αποτραβηγμένο από τα φώτα που δεν είναι τόσο εμπορικό. Αν είσαι τύπος φιλάργυρος και στόχος είναι τα λεφτά, και δεν είσαι πρόθυμος να μελετήσεις ώρες, χρόνια, καλύτερα μην το κάνεις. Ο Ζαμπέτας είπε κάποτε ότι η παραδοσιακή μουσική χρειάζεται ασκητική ζωή, και πρέπει να ματώσουν τα χέρια σου. Πάνω απ’ όλα είναι η μελέτη. Αν ο χαρακτήρας κάποιου είναι να βγει το βουνό και να απολαύσει τη θέα, ας ασχοληθεί, αν ο χαρακτήρας του όμως είναι θα κόψει το βουνό και να χτίσει ένα τούνελ, καλύτερα να μην το κάνει.
Ποιος είναι ο ερμηνευτής σε επηρέασε στο μουσικό ταξίδι της ζωής σου;
Κοίτα, στη διαδικασία της μελέτης, πρέπει να μπεις στη διαδικασία να το διαχωρίσεις το ακούω κάτι και το τραγουδώ επειδή μου αρέσει, και στο ακούω κάτι και προσπαθώ να το μάθω επειδή μελετώ ένα ύφος. Η παραδοσιακή μουσική, και η αστική λαϊκή μουσική, είναι μια πορεία που διαμορφώθηκε στην κοινωνία ανά τα χρόνια. Υπάρχουν δύο τραγουδιστές οι οποίοι ήταν εκπρόσωποι του σμυρναίικου ρεπερτορίου, προπολεμικού ρεμπέτικου αν θέλεις που για μένα είναι οι καλύτεροι τραγουδιστές που έβγαλε η ελληνική μουσική. Ο ένας είναι ο Δημήτρης Καλλίνικος (Αραπάκης), και ο άλλος είναι ο Αντώνης Διαμαντίδης (Νταλγκάς). Οι δύο αυτοί καλλιτέχνες ερμήνευσαν κατά κύριο λόγο στη δεκαετία του 1930. Είναι για μένα ότι καλύτερο άκουσα στη ζωή μου. Όταν τους μελετώ νιώθω πολύ τυχερός και ευλογημένος.
Πώς ήταν το πρώτο συναίσθημα της πρώτης φοράς που τραγούδησες ζωντανά;
Τραγούδησα πρώτη φορά σε ένα εστιατόριο στα 14 μου για μια εκδήλωση φιλανθρωπικού χαρακτήρα. Ήταν περίπου για 40 λεπτά. Ήταν μια αγχώδης διαδικασία. Το να τραγουδήσω μπροστά σε κόσμο «κανονικά» ήταν στο λύκειο, όταν με πήρε τηλέφωνο ο φίλος μου ο Κυριάκος Μαρκουλλής και μου ζήτησε να τραγουδήσω μαζί του σε ένα μαγαζί. Πήγε πάρα πολύ καλά και θυμάμαι ότι τραγουδήσαμε έντεχνο ρεπερτόριο.
Σήμερα πώς είναι να τραγουδάς ζωντανά;
Όσο μεγαλώνεις και ασχολείσαι αποκτάς και μια τεχνική κατάρτιση στην εκτέλεση. Πλέον όλα είναι διαφορετικά και διαχειρίζομαι καλύτερα και τον κόσμο. Έχω και το πλεονέκτημα να τραγουδώ και τραγούδια που μου αρέσουν. Ρεμπέτικα, παραδοσιακά, Αραπάκη, Νταλγκά όπως προείπα, αλλά και Καζαντζίδη στο πιο πρώιμο στάδιο.
Ποιο είναι το κομμάτι της έρευνας στο κομμάτι των σπουδών σου, και απολαμβάνεις περισσότερο στη σπουδή σου και δεν απόκειται στο λαούτο και το τραγούδι;
Όσον αφορά την έρευνα, υπάρχουν μερικά πράγματα για τη συμπεριφορά ατόμων που υπήρξαν πριν από σένα. Πρέπει να ξεκινήσεις από την αρχή, από τον «πρωτομάστορα» δηλαδή αυτής της περιοχής που ψάχνεις, ξεκινώντας με χρονολογική σειρά, να μάθεις αν ζει σήμερα, και αν ναι να προσπαθήσεις να τον βρεις. Έπειτα τους μαθητές του, μέχρι να φτάσεις στο σήμερα. Στην Ελλάδα η δισκογραφία δεν υπάρχει και πάρα πολύ καιρό, γύρο στο 1900, αλλά τα παραδοσιακά τραγούδια φτάνουν μέχρι και 500 χρονών. Δεν υπάρχει υλικό να ακούσεις το πως πρωτοακούστηκε, αλλά ξέρεις ότι υπάρχουν δήγματα. Οπότε η έρευνα σου στη συγκεκριμένη μουσική περιορίζεται, διότι είναι πολύ λίγα τα πράγματα τα οποία θα βρεις γραμμένα. Πρέπει να πας στις περιοχές και να βρεις τα άτομα που κατοικούν εκεί και να τους ζητήσεις να σου τραγουδήσουν σκοπούς της περιοχής και να τις ηχογραφήσεις. Έπειτα θα το πας στο σπίτι και θα το αναλύσεις μουσικολογικά. Όσον αφορά τα ιστορικά στοιχεία μπορείς να βρεις αρχεία και να τα μελετήσεις. Οτιδήποτε συμβαίνει κοινωνικά, επηρεάζει όλες τις τέχνες, αποτυπώνουν μια αλήθεια κοινωνική.
Υπάρχουν γυναίκες σήμερα που ασχολούνται επαγγελματικά με την παραδοσιακή μουσική; Θεωρείται αυτό το είδος της μουσικής ανδροκρατούμενο;
Υπάρχουν νεαρές γυναίκες που είναι φοβερές. Σπουδαίες φωνές με τεράστια μουσική αντίληψη. Το ανδροκρατούμενο ίσως να φαίνεται ως εικόνα. Το λαϊκό πάλκο είθισται ως εικόνα να είναι άνδρες μουσικοί και γυναίκα τραγουδίστρια. Ήταν ένα στερεότυπο της εποχής. Σε καμιά περίπτωση δε συμφωνώ ότι μια γυναίκα είναι μόνο για το φαίνεσθαι. Μια γυναίκα μπορεί να προσφέρει και σε καμιά περίπτωση δεν αποσκοπείς στο τι φαίνεται έξω. Είχα και κάποιες συμφοιτήτριες που έχουν ένα σχήμα και παίζουν παραδοσιακή μουσική, και είναι εξαιρετικές και οι τρεις. Ακόμα και στην Κύπρο έχουμε τρομερές μουσικούς που ασχολούνται με αυτό το είδος μουσικής.
Μπορεί να κάνει κάποιος καριέρα στο κομμάτι της παραδοσιακής μουσικής στην Κύπρο, ή πρέπει να μείνει στην Ελλάδα για να το επιτεύξει;
Αυτό εξαρτάται με το είδος της μουσικής. Αν ασχολείται με την Κυπριακή παραδοσιακή μουσική, καλύτερα να έρθει στην Κύπρο, αλλά και το αντίθετο, όσον αφορά τις γνώσεις και τις πληροφορίες που έχεις πρόσβαση.
Στις μέρες μας κάποιος που ασχολείται με τη μουσική, μπορεί να βιοπορίζεται αποκλειστικά με τη μουσική ή πρέπει να κάνει και κάτι παράλληλα για να ζει μια άνετη ζωή;
Αν θέλεις να βιοποριστείς αποκλειστικά από τη μουσική και θες να παίζεις αυτά που σου αρέσουν, κάποτε θα πρέπει να κάνεις υποχώρηση να παίξεις και κάτι που δε σου αρέσει τόσο. Δηλαδή, εγώ παίζω προπολεμικό ρεμπέτικο, παραδοσιακό κλπ. Αν έρθει πρόταση για μια δουλειά που πρέπει να παίξω ένα άλλο είδος μουσικής, έντεχνο, λαϊκό για παράδειγμα, θα πάω να παίξω. Πρέπει να είσαι πιο ευέλικτος και να ξέρεις να το διαχειρίζεσαι και να μπορείς να ανταπεξέλθεις σε πιο πολλά, όχι σαν ικανότητα, αλλά να μην εκνευρίζεσαι όταν το κάνεις. Η μουσική είναι για ενώνει τον κόσμο και να περνάς καλά. Όσον αφορά το οικονομικό κομμάτι στη μουσική, μπορείς να διδάξεις ιδιωτικά.
Ποιοι είναι οι στόχοι του Παντελή Γκάσα για το μέλλον;
Για να είμαι ειλικρινής θέλω να μείνω Ελλάδα. Σκέφτομαι να κάνω μεταπτυχιακό στη Θεσσαλονίκη όπου ζω τώρα και μετά να πάω στην Αθήνα για ένα άλλο μεταπτυχιακό που θα ήθελα να ακολουθήσω. Αν τα καταφέρω, θα κάνω τον κύκλο μου και βλέπουμε. Ό,τι έρθει και είναι για καλό είναι καλοδεχούμενο.
Συνέντευξη απο τους:
Ανδρέας Κουτσόλουκας
Συντονισμός/Επιμέλεια:
Αιμίλιος Χατζηλιασή
Comments